Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Σευήρεια — τὰ, Α [Σευῆρος] αγώνες που γίνονταν προς τιμή τού Ρωμαίου αυτοκράτορα Λεύκιου Σεπτίμιου Σευήρου ή Σεβήρου … Dictionary of Greek
Σευηρείων — Σευήρεια games in honour of Severus neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)